9.3.11

ο δικός μου Δον Κιχώτης




Αργόσχολε αναγνώστη,
δεν μπόρεσα να πάω αντίθετα με την τάξη της φύσης, σύμφωνα με την οποία κάθε πράγμα γεννά το όμοιό του. Κι έτσι, τι θα μπορούσε να γεννήσει το στείρο και ανεπαρκώς καλλιεργημένο πνεύμα μου, αν όχι την ιστορία ενός παιδιού στεγνού, μαραμένου, φαντασιόπληκτου, γεμάτου από ποικίλες σκέψεις που κανείς ποτέ δε φαντάστηκε;

Αυτά τα λόγια βέβαια δεν είναι δικά μου.
Τα 'γραψε ο Θερβάντες πριν από τετρακόσια έξι χρόνια στον πρόλογο του βιβλίου που έμελλε να απασχολήσει την ανθρωπότητα για αιώνες ολόκληρους.
Γιατί, με τον Δον Κιχώτη έχει ασχοληθεί λίγο-πολύ ολόκληρος ο κόσμος!
Την ιστορία του άκακου αυτού ονειροπόλου την έχουμε διαβάσει, την έχουμε δει στον κινηματογράφο, στην τηλεόραση, σε ταινίες, σε cartoon, στο θέατρο, στην όπερα, σε πίνακες ζωγραφικής, σε γλυπτά...  

Γιατί τόσος σαματάς γι’ αυτόν τον τύπο ε;
Γιατί στη μορφή του Δον Κιχώτη συνοψίζεται η ανθρώπινη αγωνία, η αιώνια διαμάχη φαντασίας και λογικής.
Όλοι ταυτιζόμαστε με το πρόσωπο αυτό που αποτελεί το σύμβολο της (προσωπικής ή συλλογικής) αυταπάτης.   
Ο λατρεμένος ήρωας του Θερβάντες ισορροπεί ανάμεσα στο κωμικό και στο τραγικό και γι αυτό προκαλεί τόσο το γέλιο όσο και τη συγκίνηση.
Ο Δον Κιχώτης, άλλωστε, είναι ένας χαρακτήρας αλληγορικός και αντισυμβατικός, μια φιγούρα πολλαπλών προσεγγίσεων και ερμηνειών.
Κάνοντας ό,τι κατεβάζει η κούτρα του ο Ισπανός ιππότης, μας διδάσκει τη γενναιότητα, την αρετή, τον οραματισμό, τα υψηλά φρονήματα, τον ανθρωπισμό και βέβαια την ουσία της αποτυχίας.  
Όχι την τραγική διάσταση της αποτυχίας, τουλάχιστον όχι μόνο αυτή.
Για τον Δον Κιχώτη, η αποτυχία δεν είναι κατάληξη, αντίθετα είναι κυρίως το εφαλτήριο, το σημείο εκκίνησης.

Πριν χρόνια, μια εποχή που είχα καταπιαστεί ενθουσιασμένη με τις εφαρμοσμένες τέχνες, έτυχε λίγο πριν τα Χριστούγεννα να σπάσω το δεξί μου χέρι. Άσχημα! Ήταν βέβαια αδύνατο να κρατήσω μολύβι με το δεξί χέρι. Κι επειδή δυστυχώς όλη η αριστερή μου πλευρά υστερεί, ουδέποτε κατόρθωσα να γράψω με το αριστερό χέρι, παρότι τότε το είχα προσπαθήσει επίμονα. Δε μπόρεσα να γράψω, μπόρεσα όμως να σκιτσάρω! Πρόχειρα σκίτσα βέβαια, χωρίς σβησίματα. Όχι σχέδια, απλές μονοκονδυλιές. Που όμως έχουν ενδιαφέρον. Εμένα δηλαδή μ’ αρέσουν. Το πρώτο απ’ αυτά είναι το σκίτσο του Δον Κιχώτη που είδατε λίγο πιο πάνω. Θυμάμαι, άρχισα από την καρδιά και συνεχίζοντας προς τα έξω με μολύβι άλλου χρώματος σχημάτισα κάποια στιγμή ολόκληρο το σώμα του.

Ήταν νύχτα πρωτοχρονιάς. Μόλις είχε γυρίσει ο χρόνος κι ήμουν ολομόναχη. Εγώ κι ο γύψος. Όλοι έλειπαν για τις γιορτές. Και μ’ είχε πάρει το παράπονο. Κάποια ώρα είπα στον εαυτό μου: «κοίτα ’δω, σταμάτα την κλάψα, πάρε ένα μολύβι κι ένα χαρτί και ζωγράφισε! ο άλλος ζωγραφίζει με το στόμα, εσύ μ' ένα χέρι δε μπορείς;».
Λίγη ώρα αργότερα στεκόμουν απέναντι απ’ τη ζωγραφιά μου και χαμογελούσα.
Τα ’χα καταφέρει!
Φαντάζομαι μπορείτε να διακρίνετε το τρέμουλο στις γραμμές. Δεν είναι κάποιο είδος τεχνικής, ούτε καμία επιτήδευση. Απλώς το αριστερό μου χέρι είναι απειθάρχητο, με υπακούει ελάχιστα. Παρ’ όλα αυτά, εκείνη τη νύχτα αυτό το ανίκανο χέρι κατάφερε και μ’ έβγαλε απ' τη θλίψη.
Σιγά τα ωά, θα μου πείτε.
Το λες σαν να μπήκες στο βιβλίο Guinness.
Δεν έχει σημασία αν και τι κέρδισα, παρότι μετά απ’ αυτή την «επιτυχία» κέρδισα και σε πρακτικό επίπεδο. Ούτε έχει σημασία αν αυτό το σκίτσο είναι καλό ή κακό ή μέτριο ή αδιάφορο ή πρωτόγονο, ή άσχημο ή οτιδήποτε άλλο.
Σημασία έχει πως ένα "τσικ" πιο 'κει στη σκέψη μ’ έβγαλε εκείνη τη νύχτα από το βούρκο της αυτολύπησης και μου ’φερε χαρά και ικανοποίηση.     
Ο Δον Κιχώτης προσωπικά εμένα μου ’χει διδάξει πολλά. Κι ένα απ’ αυτά που του χρωστάω είναι πως μου ’μαθε με εκείνο ’κεί το σκιτσάκι πως, ανεξάρτητα απ' το τι λέει η πλανεύτρα λογική, μπορεί κανείς να κάνει οτιδήποτε αρκεί να πιστέψει πως μπορεί.
Δεν είναι δύσκολο. Είναι μoνάχα ένα "τσικ" πιο 'κει.