28.7.11

φαντάσματα...

απόψε το metro της Αθήνας 
εκτάκτως λόγω του Nabucco στο Ηρώδειο 
έμεινε ανοιχτό μέχρι τις μία τη νύχτα

κι αν τύχεις νύχτα εκεί κάτω
μπορεί εντελώς απροσδόκητα 
ν' αντιληφθείς πως 
παρά τα όσα νόμιζες
εν τέλει, σε τούτη τη ζωή
δεν είσαι εσύ ο πιο λαβωμένος επιβάτης...























Ο εικαστικός Νίκος Κεσσανλής γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1930 και πέθανε στην Αθήνα το 2004. Μαθήτευσε πλάι στους Σπυρόπουλο και Μόραλη και από το 1982 δίδαξε στην ΑΣΚΤ, στην οποία και πρυτάνευε επί μία τετραετία. Είναι διεθνώς αναγνωρισμένος ως ένας από τους σημαντικότερους εκπροσώπους του ευρωπαϊκού μοντερνισμού.

Στα πρώτα του βήματα μελέτησε τη λυρική, αφηρημένη ζωγραφική, την άμορφη τέχνη και τα μεικτά υλικά, δημιουργώντας πίνακες υψηλής εκφραστικής έντασης. Αργότερα, κυρίως από το 1951 και μετά, ασχολήθηκε με τα φωτομηχανικά έργα.

Το 1963 ίδρυσε μαζί με άλλους αξιόλογους καλλιτέχνες της εποχής τη λεγόμενη “mec-art”, ένα κίνημα που αφορούσε την αλληλεπίδραση μεταξύ ζωγραφικής και φωτογραφίας. Με απλά λόγια,  mecanical art (ελληνιστί, μηχανική τέχνη) βαφτίστηκε η μεταφορά φωτογραφικών εικόνων σε ευαισθητοποιημένο χαρτί, ή η αποτύπωση φωτογραφιών με τη χρήση της μεταξοτυπίας.

Το ωραιότερο, κατ’ εμέ, από τα έργα τέχνης που εκτίθενται στους σταθμούς του metro της Αθήνας, η «ουρά» του Νίκου Κεσσανλή, εγκαταστάθηκε στο σταθμό της Ομόνοιας με την αλλαγή της χιλιετίας.

Αυτή η μεγάλη, ασπρόγκριζη, ουρά από θολές ανθρώπινες φιγούρες διαγράφει προσωπικότητες σε στιγμές καθημερινής δράσης. Και στα δικά μου μάτια φαντάζει σαν το πιο αισθαντικό θέατρο σκιών που θα μπορούσε κανείς να αντικρίσει ποτέ.  

Η πλάγια μετατόπιση της κεντρικής εστίας του φακού κατά τη φωτογράφηση ή την εκτύπωση, κυρίαρχη τεχνική στο έργο του μεγάλου δημιουργού, εντείνει την πλαστικότητα στην έκφραση, η οποία τελικά αποκτάει εξπρεσιονιστικό χαρακτήρα.  

Καθώς περνούν μπροστά απ’ την «ουρά» οι επιβάτες του πιο πολυσύχναστου metro της πρωτεύουσας, άλλοι την προσπερνούν αδιάφοροι, άλλοι κοντοστέκονται, άλλοι τη θαυμάζουν, άλλοι εξ αιτίας της συλλογίζονται... 

Και η αντίδραση του καθενός εγγράφεται σ' αυτή τη σπάνια ενόσω απλή εικαστική σύλληψη, που υπάρχει εκεί για όλους εμάς, τυπωμένη πάνω σε μουσαμάδες κι εκτεθειμένη στα εκατομμύρια των διαφορετικών αναγνώσεών μας.

Εκείνος που πενθεί βλέπει πίσω απ' το τζάμι της προθήκης της ψυχές. Ο άλλος που φοβάται, σκιές...

Για τον καθένα, η "ουρά" αφηγείται μια άλλη ιστορία και μαζί γίνεται πρόθυμα το φόντο για την προσωπική ιστορία του οποιουδήποτε τύχει εμπρός της.