22.12.11

τελευταία ανάρτηση της χρονιάς!




Πάμε γρήγορα, γιατί δεν έχω πολλή ώρα:
Εγώ έχω πάει στην Πόλη, αλλά λόγω κάποιου Παύλου (μην τα ξαναλέω και ξύνω παλιές πληγές...), δεν τη γνώρισα!
Κι έτσι, αναγκαστικά, την ψάχνω τώρα στα βιβλία.
Κάπως έτσι, απέκτησα ένα εξαιρετικά γραμμένο βιβλίο που λέγεται «Κωνσταντινούπολη,  η Πόλη των Απόντων».
Οι καιροί είναι δύσκολοι για να έχει κανείς ενήμερη βιβλιοθήκη σπίτι του, αλλά σε όσους αντέχουν, θα έλεγα πως το βιβλίο αυτό πραγματικά αξίζει τα λεφτά του!
Ο συγγραφέας του, Αλέξανδρος Μασσαβέτας στο όνομα, είναι ένας νέος άνδρας που παράτησε τα νομικά για να μετοικήσει στην Πόλη και να αφοσιωθεί στη δημοσιογραφία, τα ξενοδοχειακά και φυσικά τον έρωτά του...
Ένα μεγάλο μπράβο από μένα στον Αλέξανδρο!
Πρώτον, γιατί η γραφή του είναι, με μια λέξη, ανατριχιαστική!
Δεύτερον, για το παράδειγμα ζωής που προτείνει, το οποίο με δυο λόγια λέει: “ παράτα τη μιζέρια και «κάν’ την» για ’κει που χτυπάει η καρδιά σου...”.
Σας αφήνω, με την ευχή η χρονιά που έρχεται να φέρει μαζί της λίγη ουσία...

17.12.11

oi partida bô é um dor profundo



το τελευταίο αντίο απόψε
για τη θρυλική ερμηνεύτρια απ’ το Πράσινο Ακρωτήρι

καλύτερα από μένα όμως θα τα πει το partida,
το τραγούδι της που μιλά για τον βαθύ πόνο της «αναχώρησης»

καλό ταξίδι Cesária!


1.12.11

μήπως ν' αλλάξουμε μυαλά;




Στη δύση, η πρώτη μέρα του Δεκέμβρη σημαίνει πως ξεκινάει η τελική ευθεία για τα Χριστούγεννα. Η ημερομηνία αυτή στο καλαντάρι όμως σηματοδοτεί επίσης την έναρξη του χειμώνα και ίσως γι’ αυτό επελέγη και ως παγκόσμια ημέρα κατά του AIDS. Της πανδημίας που σήμανε το τέλος του ελεύθερου έρωτα και που αντικατέστησε το «καλοκαίρι» της σεξουαλικής επανάστασης με «βαρυχειμωνιά»: με αρρώστια και με θάνατο.

Τα περσινά νούμερα είναι συγκλονιστικά! Σχεδόν δύο εκατομμύρια άνθρωποι στον πλανήτη έχασαν τη ζωή τους εξαιτίας του AIDS. Οι εγγεγραμμένοι φορείς άγγιξαν τα τριάντα πέντε εκατομμύρια, ενώ μέσα στο χρόνο μολύνθηκαν ακόμα τρία εκατομμύρια άνθρωποι. Πιθανότατα δε, ο πραγματικός αριθμός των προσβεβλημένων ατόμων να είναι πολύ μεγαλύτερος από αυτόν που εμφανίζεται στα επίσημα στοιχεία.

Πολλοί πιστεύουν πως το AIDS «χτυπάει» μόνο τις φτωχές χώρες και εμάς στην Ευρώπη ελάχιστα μας αφορά. Τα πράγματα όμως δεν είναι καθόλου έτσι. Είναι βεβαίως αλήθεια πως οι θάνατοι από τη συγκεκριμένη ασθένεια σημειώνονται στη συντριπτική πλειοψηφία τους στον αναπτυσσόμενο κόσμο. Κι αυτό συμβαίνει γιατί, πολύ απλά, τα αντιρετροϊκά φάρμακα που απαιτούνται από ένα σημείο κι έπειτα για την παράταση της ζωής του οροθετικού ασθενούς είναι πανάκριβα και οι φτωχές χώρες δε διαθέτουν προγράμματα δημόσιας υγείας. Άνθρωποι όμως πεθαίνουν από AIDS παντού στη γη.

Άλλοι πιστεύουν πως ο ιός προσβάλλει μόνο όσους ανήκουν στις λεγόμενες «ομάδες υψηλού κινδύνου», π.χ. ομοφυλόφιλους, ναρκομανείς κτλ. Δεν ισχύει όμως κάτι τέτοιο. Υποψήφιοι για το κρεβάτι του πόνου είμαστε όλοι ανεξαιρέτως. Όλοι δηλαδή όσοι προηγουμένως έχουμε κυλιστεί στο κρεβάτι του πάθους. Το οποίο, πολύ εύκολα, εκτός από τη στιγμιαία ηδονή μπορεί να μας επιφυλάσσει λίγο αργότερα και αφάνταστη οδύνη.

Το ότι ο ασθενής που πάσχει από AIDS χάνει στο τέλος τη ζωή του, κατά τη γνώμη μου δεν είναι το πιο τραγικό απ’ όσα θα του συμβούν απ’ τη στιγμή που θα λάβει τη βαριά αυτή διάγνωση. Γιατί ο Γολγοθάς του αρχίζει αμέσως μόλις χαρακτηριστεί φορέας. Πολύ πριν νοσήσει δηλαδή το σώμα του, καταδικάζεται σε βασανισμό η ψυχή του.

Πως νιώθει άραγε ένας άνθρωπος, συνήθως νέος, όταν αναγκάζεται να κρύβεται από τους πάντες και τα πάντα; Και δικαιολογημένα κρύβεται, γιατί αυτός που φέρει τον HIV θεωρείται από την κοινωνία «ένοχος». Ένοχος επειδή απέκτησε τον ιό ενώ ηδονιζόταν με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, ένοχος γιατί δεν πρόσεχε ως όφειλε και περισσότερο απ’ οτιδήποτε άλλο, ένοχος γιατί κινδυνεύουν τώρα κι άλλοι να κολλήσουν απ’ αυτόν.

Είναι τρομακτικό το ποσοστό του κόσμου που εξακολουθεί να πιστεύει πως ο HIV μεταδίδεται με την απλή συναναστροφή, από μια χειραψία, από ένα φιλί, από μια αγκαλιά, ή από ένα ποτήρι νερό που μοιράζονται δυο φίλοι. Δυστυχώς, οι άνθρωποι αρνούνται να απαλλαγούν από τις δεισιδαιμονίες τους. «Φύλαγε τα ρούχα σου...», σκέφτονται πολλοί, ακόμα κι αν γνωρίζουν την πραγματικότητα.

Και η πραγματικότητα είναι πως κατά την κοινωνική επαφή ενός υγιούς με έναν οροθετικό, αυτός που στ’ αλήθεια κινδυνεύει είναι ο δεύτερος, ακριβώς επειδή το ανοσοποιητικό του είναι αποδυναμωμένο και άρα μπορεί να αρρωστήσει από κάτι που ενδεχομένως να κολλήσει απ’ τον υγιή.

Ο μέσος άνθρωπος όμως προτιμάει να επιμένει, περισσότερο ή λιγότερο φανερά, πως ισχύει το αντίστροφο. Και δεν του πάει το μυαλό πως ίσως ο παλιός εκείνος φίλος με τον οποίο συναντήθηκε το απόγευμα και τον οποίο αγκάλιασε και φίλησε να είναι φορέας. Ή πως η ελκυστική συνάδελφος στο γραφείο, που την αγγίζει όποτε του δοθεί η ευκαιρία, πηγαίνει κάθε τόσο στο νοσοκομείο για την αντιρετροϊκή αγωγή της.

Γιατί βέβαια, η ζωή του HIV ασθενούς δε σταματάει μόλις γίνει η διάγνωση. Ούτε γράφει πουθενά στο μέτωπό του από τι πάσχει. Και τελικά, από την ώρα που μαθαίνει τα κακά μαντάτα μέχρι να αρρωστήσει μεσολαβεί ένα μεγάλο διάστημα. Μια δεκαετία, συχνά πολύ περισσότερο. Στο ενδιάμεσο, μόνο ο ίδιος γνωρίζει την αλήθεια, ο Θεός, το προσωπικό του νοσοκομείου όπου παρακολουθείται, κάνα-δυο πολύ στενοί φίλοι κι αν είναι τυχερός και κάποια μέλη της οικογένειάς του. Κατά τα άλλα, δείχνει εξίσου υγιής με την εποχή που δεν είχε ακόμα εγκατασταθεί ο ιός στο αίμα του.       

Εν ολίγοις, το AIDS είναι πανταχού παρόν. Και είναι μια αρρώστια απειλητική για τη ζωή και μεταδοτική. Μεταδίδεται όμως με συγκεκριμένους τρόπους και μόνο μ’ αυτούς. Η σημερινή μέρα λοιπόν είναι μια καλή ευκαιρία να θυμηθούμε από τι κινδυνεύουμε στην πραγματικότητα. Ας σταματήσουν κάποτε οι οροθετικοί ασθενείς να ντρέπονται, να απομονώνονται, να διώκονται, με δυο λόγια να υποφέρουν. Αρκετά υποφέρουν, ή θα υποφέρουν στο μέλλον απ’ την ίδια την αρρώστια. Ας είμαστε άνθρωποι.         


γιατί η χώρα έφτασε εδώ που έφτασε;



Γιατί άραγε;
Μόνο επειδή πέρασε απ΄ τον τόπο αυτό κάποτε ένας απατεώνας Ανδρέας, με τους εγκληματίες συνεργάτες του, μερικοί εκ των οποίων συνεχίζουν μέχρι σήμερα να καρπώνονται τα ψέματά τους;  
Μήπως αυτός που φταίει κυρίως είναι ο πρόσφατος Κωστάκης, επειδή υπήρξε ένας καθ’ όλα ανάξιος αρχηγός;
Ή τελικά η ευθύνη βαραίνει τις πλάτες του Γιώργου Παπανδρέου, που η μοίρα του τον ήθελε να ενσαρκώσει το γνωστό «αμαρτίες γονέων...»; Γιατί βέβαια σ’ αυτόν κλήρωσε -σχήμα οξύμωρο, ε;-  να αποστερήσει το λαό απ’ όσα ο πατέρας του απερίσκεπτα (ή ακόμα χειρότερα, σκόπιμα!) μοίρασε στο παρελθόν. Κι έτσι ο τωρινός έγινε το μισητό πρόσωπο, ενώ ο Παπανδρέου ο πρεσβύτερος, δεκάξι χρόνια μετά τον θάνατό του, εξακολουθεί να λατρεύεται από πολλούς πλανεμένους!

Η αγάπη του λαού είναι βεβαίως αγοραία και το κριτήριό του σχεδόν ανύπαρκτο. Ακολουθεί απλώς τις αρχές του ενστίκτου: «Μου δίνεις, είσαι καλός. Δε μου δίνεις, είσαι κακός». Τίποτα πέραν αυτού. Καμία άλλη σκέψη. Καμία λογική και μια αλληλεγγύη αόρατη. Μόνο στενά προσωπικά οφέλη και διαφθορά, όπως αληθώς είπε ο τέως πρωθυπουργός μας, για να τον μισήσουν ακόμα περισσότερο οι ψηφοφόροι. Που φυσικά διαμορφώνουν γνώμη βάσει της «τροφής» που λαμβάνουν από τα μέσα ενημέρωσης.  

Οπωσδήποτε, δεν είναι παράλογη η συμπεριφορά της μάζας. Όταν κατανοείς τα πράγματα μόνο μέσα απ’ τα προκάτ ξεφωνητά του κυρίου Τράγκα και της κυρίας Μακρή και αυτό το κάνεις καθημερινώς και αδιαλείπτως, τότε από ένα σημείο κι έπειτα αδυνατείς φυσικά να διακρίνεις πως αυτό που παρακολουθείς είναι μια καλοστημένη, λίαν κερδοφόρα παράσταση και πείθεσαι πως για να οχλαγωγούν τα «παπαγαλάκια», θα έχουν άρα δίκιο. Κι έτσι δεν ενημερώνεσαι. Το μόνο που καταφέρνεις είναι να αποκτάς μια διαστρεβλωμένη αντίληψη της πραγματικότητας.

Κι όλα καλά. Γιατί αυτοί στην τηλεόραση σου λένε ξανά και ξανά αυτό που θες να ακούσεις. Τι; Πως δε φταις εσύ για το δράμα της σύγχρονης Ελλάδας. Πως κάποιοι άλλοι φταίνε. Εσύ είσαι το άβουλο θύμα «τους». Άπαντες αναζητούν τους υπαίτιους στο γ’ πληθυντικό πρόσωπο. «Αυτοί», λένε. «Τα πήρανε». Και εννοούν ίσως τους πολιτικούς, ίσως και κανέναν συγκεκριμένα. Πόσοι στ’ αλήθεια συλλογίζονται το προφανές; Πως στις δημοκρατίες ένας λαός ανέχεται μόνο τους πολιτικούς που του αξίζουν.

Το ζήτημα δεν είναι ποιος έφταιξε, σωστά; Αρκεί που δε φταίω εγώ. Κατά βάθος, το ξέρω πως φταίω. Αλλά δε θέλω να το ακούσω.  Και επί της ουσίας, κανείς δε θέλει να υπάρχει υπαρκτός ένοχος. Γιατί ο φαντασιακός εχθρός, σε περιπτώσεις σαν της σημερινής Ελλάδας, είναι πολύ πιο χρήσιμος.

Έγινε λοιπόν ό,τι έγινε. Η χώρα καταστράφηκε οικονομικά και άρα κοινωνικά και ηθικά και τα λοιπά και τα λοιπά. Και το θέμα αυτό κλείνει όπως-όπως. Σαν κάθε άλλο κακώς κείμενο σ’ αυτόν τον τόπο. Το μόνο που απασχολεί τον Νεοέλληνα είναι η στείρα αναπαραγωγή πανομοιότυπων προβληματισμών του παρελθόντος: Πως θα φοροδιαφύγει, πως θα γραπωθεί επ’ αόριστο στην καρέκλα και τη μιζέρια του και πράγματα εξίσου ευτελή. Να σκύψει λίγο και να κοιτάξει με θάρρος μέσα του... ούτε λόγος!

Και τι να κάνει; θα μου πείτε. Ν’ ανοίξει κάνα βιβλίο, να ξεστραβωθεί! Αυτό να κάνει. Να κλείσει για λίγο την τηλεόραση και ν’ ανοίξει τα μάτια του να δει την αλήθεια. Κι ας μην ανησυχεί. Ο κύριος Τράγκας και οι λοιποί του είδους δεν κινδυνεύουν να χάσουν τη δουλειά τους. Υπάρχουν εκατομμύρια άλλοι που θα επιμένουν να τους συντηρούν αυτούς, δεν έχουν καμιά ανάγκη.

Η ανάγκη, η μεγάλη ανάγκη είναι να κατανοήσουμε επιτέλους γιατί φτάσαμε εδώ που φτάσαμε. Αυτή είναι η βασική προϋπόθεση για να σώσουμε ό,τι σώζεται. Αν δεν καταλάβεις που έσφαλες ώστε να αλλάξεις δεν μπορείς βεβαίως να λυτρωθείς. Τα σφάλματά σου θα σε ακολουθούν αιωνίως, θα είσαι σαν καταραμένος. Κι αυτό ισχύει για οποιαδήποτε ατυχή κατάληξη. Χωρίς απολογισμό και αυτοκριτική είναι αδύνατον να υπάρξει δημιουργική σκέψη και άρα αποτελεσματικό σχέδιο μελλοντικής δράσης.

Η εποχή απαιτεί άρα πολλή προσωπική δουλειά. Μιλάω για όλους μας, ανεξαιρέτως. Οι μόνοι που εξαιρούνται είναι οι αθεράπευτα αφελείς που νομίζουν πως φτάσαμε στο χείλος του γκρεμού άμοιροι ευθυνών. Για όλους τους υπόλοιπους, ευτυχώς, οι πληροφορίες σήμερα είναι περισσότερο από προσιτές. Εύκολα μπορεί κανείς να βρει μελέτες Ελλήνων αλλά και ξένων ερευνητών (οι οποίοι και φωτίζουν το θέμα μας από μία τελείως διαφορετική οπτική), σχετικά με τη σύγχρονη ελληνική περίπτωση, από τη σκοπιά όχι μόνο των οικονομικών και της πολιτικής, αλλά επίσης της κοινωνιολογίας, της φιλοσοφίας κτλ.

Παράδειγμα μιας βατής τέτοιας έκδοσης είναι το βιβλίο του Στέλιου Ράμφου που κυκλοφόρησε το καλοκαίρι. Για όσους δεν έτυχε να έχουν το όνομά του κατά νου, να πω πως ο Ράμφος είναι ένας από τους σημαντικότερους εν ζωή Έλληνες διανοητές. Το βιβλίο του αυτό, με τίτλο «Η Λογική της Παράνοιας», είναι μια συλλογή κειμένων και συνεντεύξεών του και όλα αφορούν τη σημερινή πραγματικότητα στη χώρα. Θα έλεγα πως το βιβλίο αυτό, σπονδυλωτό καθώς είναι και «εύπεπτο», είναι ένα καλό ξεκίνημα για να κατανοήσει ο καθένας αυτό που πολύ ωραία θέτει στον επίλογό του ο Ράμφος, πως δηλαδή «εν τέλει τα αίτια του δημοσιονομικού μας ναυαγίου είναι πολιτισμικά». Και μιας και ο πολιτισμός είναι δημιούργημα όλων, το συμπέρασμα νομίζω προκύπτει αβίαστα.

άντε να δούμε...




Καλημέρα και καλό μήνα σ’ όλα τα παιδάκια!
Επειδή είστε κουρασμένα, σήμερα το μόνο που θα πούμε είναι μια μικρή ιστοριούλα:
Μια φορά κι έναν καιρό λοιπόν, κάπου στην Αυστραλία γεννήθηκε ένα ελληνόπουλο. Πολύ έξυπνο αγόρι! Τόσο έξυπνο που στα δέκα πέντε του το πήρανε σ’ ένα απ’ τα καλύτερα αμερικάνικα πανεπιστήμια για να σπουδάσει δύσκολη αριθμητική.
Αλλά το αγόρι εκτός από τα νούμερα αγαπούσε και τα γράμματα. Κι έτσι έγραψε πολλά βιβλία. Αγαπούσε όμως και την τέχνη. Κι έτσι σκηνοθέτησε πολλές ταινίες. Μετά, καθώς είχε πια μεγαλώσει, αποφάσισε να παντρευτεί. Διάλεξε λοιπόν για γυναίκα του μία ηθοποιό, με την οποία απέκτησε μια κόρη. Η γυναίκα αυτή δεν ήταν ιδιαίτερα όμορφη, ούτε καν έξυπνη, αυτουνού όμως του άρεσε και λόγος δε μας πέφτει. Λίγο αργότερα βέβαια, όταν εκείνος κατάλαβε πως η σύζυγός του σχεδίαζε να τον δολοφονήσει, σταμάτησε να του αρέσει. Και κάπου εκεί, το δικαστήριο έκρινε τη σύζυγο αυτή ένοχη και της επέβαλε ποινή φυλάκισης. Πάντως, μερικά χρόνια μετά η ασήμαντη ηθοποιός επανήλθε στο σανίδι και μάλιστα μιας και ήταν ακόμα νέα βρέθηκε κι ένας (ανενημέρωτος; με τάσεις αυτοκτονίας; άγνωστο!) που την παντρεύτηκε κι έκανε μαζί της οικογένεια.
Το δικό μας το αγόρι πάλι, συνέχισε να ασχολείται με διάφορα και πολλά.
Τελευταίως, αποφάσισε να θέσει το άξιο μυαλό του στην υπηρεσία της πολιτικής. Μαζί με άλλους ικανούς ανθρώπους, έφτιαξε μία πολλά υποσχόμενη οργάνωση. Το σύνθημά της είναι: «η πολιτική αρχίζει από τους πολίτες». Μεγάλη αλήθεια αυτή! Κι έτσι έχουμε πια σε κάτι να ελπίζουμε...