31.10.13

λεπτομέρειες


Γράφω τώρα την αναρτησούλα μου κι αναρωτιέμαι πως στην ευχή τα καταφέρνω και πηγαίνοντας, ας πούμε, τον γάτο για το εμβόλιό του, καταλήγω μισή ώρα μετά να μεταφράζω ισπανικά ερωτικά τραγούδια. Αυτό δεν εξηγείται γρήγορα, αφορά μια ολόκληρη πορεία ζωής. Κάτι μυστήριες συμπάθειες δηλαδή σε προσώπατα και κάτι παράξενες αλλά όμορφες φιλίες, δεξιά-αριστερά.   

Φρέσκο παράδειγμα: Μπαίνω προ ολίγου στο κτηνιατρείο. Ο γάτος χεσμένος πάνω του απ’ το φόβο, όπως πάντοτε όποτε ερχόμαστε εδώ. Ο γιατρός πάλι, σε μια κατάσταση εντός, εκτός και επί τα αυτά μέρη. Ήτανε μόνος κι άκουγε το τραγούδι που ακολουθεί. Τον ξέρω πολλά χρόνια κι έχουμε πιει κάμποσες φορές παρέα, οπότε τον είχα ήδη «κόψει» απ’ το τηλέφωνο πως ήταν σε περίεργη φάση.

«Γιατί είστε κάπως απόψε;», τον ρώτησα, πάντοτε σε πληθυντικό ευγενείας εγώ, ασχέτως που έχουμε πει κι αν έχουμε πει μυστικά μεταξύ μας. «Τι είμαι κάπως;», έκανε αυτός εξάσκηση στο ντε-νιροϊκό “are you talking to me?”. Λέω μέσα μου, καλά, κάτσε να δούμε πόσα λεπτά θα σου πάρει ν’ αρχίσεις να τραγουδάς...

Έπεσα μέσα στην πρόβλεψή μου. Πολύ σύντομα, πάνω στον πάγκο, πλάι στον τρεμάμενο γάτο μου, απλώθηκαν φωτογραφίες μιας νεαρής Ισπανίδας ηθοποιού, πράγματι πανέμορφης, με μια χάρη πολύ σχετική μ’ εκείνη που έκανε πρωταγωνίστρια τη Λάσκαρη, την εποχή του χρυσού ελληνικού κινηματογράφου.

Η σύγχρονη της δικής μας Ζωίτσας, Χέμα, δηλαδή η πάλαι ποτέ αγαπημένη του γιατρού, έκανε καριέρα στην πατρίδα της, όχι εδώ. Κι αυτός προς χάριν της εγκατέλειψε για μία τριετία τις σπουδές του στο Αριστοτέλειο και ξενιτεύτηκε. Χίλια δίκια του δίνω! Κι εγώ στη θέση του το ίδιο θα' κανα. Επίσης, πριν μερικά χρόνια ίσως και να μην καταλάβαινα πως είναι δυνατόν κάποιος που αποφοίτησε το 1979 να νταλκαδιάζεται εξάφνως μίαν εσπέραν για μια ιστορία που συνέβη ακόμα πιο παλιά, στην αρχή των σπουδών του.  

Περνούν τα χρόνια όμως και τα μαλλιά δεν ασπρίζουνε αδίκως. Για τον ίδιο ακριβώς λόγο, η μόνη απάντηση που θα μπορούσα να δώσω αυθορμήτως στη δήλωση του γιατρού (που σημειωτέον ειπώθηκε υπό τους ήχους άλλου τραγουδιού και πάλι όμως του Ρομπέρτο Κάρλος) πως «οι άντρες ερωτεύονται πιο βαθιά απ’ τις γυναίκες», θα ήταν: «μασάει η κατσίκα ταραμά;».

Για λόγους σεβασμού όμως προς το πρόσωπο του γιατρού μας, απάντησα πιο περιφραστικά και πολύ πιο κόσμια. Αυτό μέχρι που λίγο αργότερα, κι αφού μου είχε περιγράψει με συγκινητική τρυφερότητα το πώς αισθανόταν για αυτή την κοπέλα, ξαφνικά μου αποκάλυψε πως συχνά-πυκνά, βόλευε και διάφορες συναδέλφους της αγαπημένης του απ’ το θέατρο.

Φταίω εγώ δηλαδή που απάντησα: «Α κατά τα άλλα, οι άντρες ερωτεύονται πιο βαθιά απ’ τις γυναίκες, ε;». «Ε, τύχαινε!», δικαιολογήθηκε ο γιατρός. Κι εγώ άρπαξα τον γάτο, πήρα το σοβαρό μου και απείλησα: «Τύχαινε; Οκ. Μπείτε σε μισή ώρα στο μπλογκ μου. Ένα σας λέω, θα σας κάνω ρόμπα στο πανελλήνιο απόψε!». «Όχι, Σίσσυ, όχι!», ήταν οι τελευταίες λέξεις του γιατρού, που βέβαια ξέρει την τρελάρα μου κι απ’ την καλή κι απ’ την ανάποδη και γι αυτό τη φοβάται όπως της πρέπει.

Ακούστε όμως το τραγούδι. Είναι ένα ωραίο καψουροτράγουδο μιας πιο αθώας εποχής από την τωρινή, που πέρασε ανεπιστρεπτί αλλά ευτυχώς κάποιοι τη θυμούνται ακόμα και βουρκώνουν. Ο τίτλος του είναι «λεπτομέρειες» και τα λόγια του λένε:  

ποτέ σου μη διανοηθείς να με ξεχάσεις!
εγώ θα ζω για πάρα πολύ καιρό στη ζωή σου

μικρές λεπτομέρειες, δικές μας
παραείναι μεγάλα πράγματα για να ξεχαστούν
και για όσο αυτά θα είναι ακόμα παρόντα,
θα δεις

όταν κάποιος άλλος, κάποιος τριχωτός άντρας
εμφανιστεί στο δρόμο σου
κι αυτό σε κάνει τότε να με νοσταλγήσεις,
το λάθος θα είναι δικό σου

ο δυνατός θόρυβος του αυτοκινήτου του
και τα ξεβαμμένα παντελόνια του
ή κάτι τέτοιο τέλος πάντων,
θα σου θυμίσει εμένα

ξέρω πως σίγουρα και κάποιος μετά από μένα
θα σου ψιθυρίσει λόγια αγάπης,
αλλά αμφιβάλλω αν θα το κάνει όπως το έκανα εγώ
το πιθανότερο είναι πως δε θα νιώσει άλλος τόση αγάπη

ακόμα και τα λάθη μου,
τα άθλια Ισπανικά μου,
θα συνεχίσουν να σου θυμίζουν εμένα.

κλεισμένη τις νύχτες
στην ησυχία της κάμαράς σου
πριν πας για ύπνο
πάντοτε τη φωτογραφία μου θα κοιτάς

σίγουρα δεν είμαι χαμογελαστός
μες στην κορνίζα
και πάλι όμως εσύ
θα το βλέπεις το χαμόγελό μου
κι αυτά όλα θα σε κάνουν φυσικά να με θυμάσαι

αν κανείς αγγίξει το κορμί σου όπως εγώ
μην πεις τίποτα.
κι αυτό για να μην πεις κατά λάθος
τ’ όνομά μου

νομίζοντας πως έχεις αγάπη
εκείνη τη στιγμή μ’ αυτόν τον άλλο,
απελπισμένη εσύ!

προσπάθησε μαζί του έναν οργασμό
κι ακόμα και τότε
εμένα θα έχεις στον νου σου

ξέρω βέβαια πως αυτές οι λεπτομέρειες
σιγά-σιγά ξεθωριάζουν
ο χρόνος που κυλά
μετατρέπει ακόμα και τη μεγαλύτερη αγάπη
σχεδόν σ’ ένα τίποτα

ωστόσο, το «σχεδόν»
είναι κι αυτό μια λεπτομέρεια
και μια μεγάλη αγάπη
δεν πρόκειται να πεθάνει έτσι απλά

οπότε, μια στο τόσο,
ξέρω πολύ καλά, θα με θυμάσαι…


κουτιά γεμάτα... χαμένη αξιοπρέπεια!



Συγκινήθηκα, διαβάζοντας στο Thessaloniki Art & Culture ένα δημοσίευμα για το σημαντικό πείραμα που στέφθηκε με αναπάντεχη επιτυχία, το οποίο διεξήχθη στην Αιθιοπία, από την ερευνητική ομάδα του Νικόλα Νεγραπόντη. Σίγουρα, το όνομά του το έχουν ακουστά οι περισσότεροι. Είναι ο Έλληνας επιστήμονας που μας κάνει δεκαετίες τώρα περήφανους, διεθνώς. 

Ο συμπατριώτης μας, πιονιέρος της τεχνολογίας, ηγείται του περίφημου Εργαστηρίου Μέσων (Media Lab) στο Τεχνολογικό Ινστιτούτο της Μασαχουσέτης (ΜΙΤ), που συγκαταλέγεται ανάμεσα στα πιο σημαντικά πανεπιστήμια και βέβαια στα πιο σημαντικά ερευνητικά κέντρα του κόσμου. Πέρα από δάσκαλος και συγγραφέας, ο Νεγρεπόντης, οραματιστής καθώς είναι και λάτρης της καινοτομίας, έχει επίσης υπάρξει και χρηματοδότης δεκάδων πρωτοποριακών ιδεών σχετικών με εφαρμογές υψηλής τεχνολογίας. 

Με τη σκέψη λοιπόν διαρκώς στα παιδιά που δεν έχουν τη δυνατότητα να πάνε σχολείο, οι ερευνητές της ομάδας «ένα laptop για κάθε παιδί» (OLPC - one laptop per child), εντόπισαν κάπου στην τριτοκοσμική χώρα ένα χωριουδάκι, το οποίο δεν έχει ποτέ ηλεκτροδοτηθεί και στο οποίο το ποσοστό του αναλφαβητισμού είναι δραματικό. Παράτησαν εκεί λοιπόν, δέκα σφραγισμένα κουτιά που περιείχαν από έναν φορτισμένο ηλεκτρονικό υπολογιστή, συνοδευόμενο από τον ηλιακό φορτιστή του.

Οι πιτσιρικάδες δεν έλαβαν την παραμικρή οδηγία, κανένας δεν τους είχε δείξει ποτέ καμία απολύτως ηλεκτρονική, ούτε καν ηλεκτρική συσκευή. Επιπλέον, τα μικρά δεν είχαν ιδέα περί γραπτού λόγου, η συνεννόηση των κατοίκων ανέκαθεν γινόταν κατ’ αποκλειστικότητα προφορικά. Κι όμως, κατόρθωσαν να βρουν πως έπρεπε να τις χρησιμοποιήσουν. Τα «δώρα» που έλαβαν μυστηριωδώς τα παιδιά, φυσικά διέθεταν καταγραφείς. 

Που σημαίνει πως η ερευνητική ομάδα δεν επενέβαινε, ούτε επικοινωνούσε με τον οποιονδήποτε τρόπο με τους νεολαίους που χειρίζονταν τις έκθετες συσκευές, ενημερωνόταν όμως για κάθε τι που έκαναν οι χρήστες τους με αυτές. Οι ερευνητές μετά από λίγο, δεν πίστευαν στα μάτια τους! Ξεκινώντας το πείραμα, υπέθεταν πως όλο-όλο, τα πιτσιρίκια επρόκειτο να παίξουν με τα κουτιά. Κι όμως, αυτά κατάφεραν σε μόλις τέσσερα λεπτά να θέσουν σε λειτουργία τα ουρανοκατέβατα μηχανήματα!

Σε διάστημα πέντε ημερών κάθε παιδί μπορούσε πια και χρησιμοποιούσε περίπου πενήντα εφαρμογές του Android. Και χωρίς την παραμικρή καθοδήγηση από δάσκαλο, μόνο από τις ειδικές εκπαιδευτικές πλατφόρμες, σε δύο βδομάδες τα πιο μικρά παιδάκια αναγνώριζαν και μάλιστα τραγουδούσαν την έως τότε ολότελα άγνωστη, αγγλική αλφάβητο. Και τα πιο μεγάλα, παίζοντας με τα tablets ένα πεντάμηνο, κατάφεραν μέχρι και να χακάρουν το ίδιο το σύστημα Android! Πρόκειται, φυσικά,  για θρίαμβο!

Οπωσδήποτε, το πρόβλημα στις υπανάπτυκτες χώρες (αναπτυσσόμενες, αν σας ενοχλεί η έκφραση που εγώ προτιμώ) δεν περιορίζεται στη χρήση των νέων τεχνολογιών. Τα παιδιά στον τρίτο κόσμο έχουν άλλα βάσανα, πολύ πιο σοβαρά. Η σίτισή τους συχνά είναι η άμεση και απόλυτη προτεραιότητά τους. Η υγεία τους επίσης, απειλείται ποικιλοτρόπως κι είναι αμφίβολο το πόσα απ’ αυτά θα προλάβουν να ενηλικιωθούν.

Γιατί, πέρα απ’ τα πειράματα που πραγματοποιούνται στα μέρη τους, εν αγνοία των κατοίκων, από πανέξυπνα, πλην αγαθά μυαλά, πολλοί υποψιαζόμαστε εξ αιτίας του AIDS πως εκπονούνται εκεί κι άλλου είδους ερευνητικά προγράμματα, με κίνητρα ολότελα ζοφερά και αποτελέσματα ενίοτε θανάσιμα.

Για να επανέλθω όμως στη σημαντικότητα του πειράματος, συμπτωματικά αυτές τις μέρες διάβασα ταυτόχρονα τρία βιβλία, ένα εκ των οποίων είναι γραμμένο από τον Νεγρεπόντη, το Ψηφιακός Κόσμος, σε μετάφραση Αναστάση Κάτσικα, που διατίθεται απ’ τον Καστανιώτη. Το βιβλίο αυτό γράφτηκε πριν από δεκαοκτώ ολόκληρα χρόνια, τότε που η λέξη «ίντερνετ» ήταν άγνωστη στις μάζες. Κι όμως, είναι ολοφάνερη η πίστη του συγγραφέα στην τεράστια απήχηση που επρόκειτο να έχει το διαδίκτυο. Τα λόγια του σ’ αυτό το κείμενο, είναι σχεδόν προφητικά.

Αντίστοιχος είναι και ο ενθουσιασμός του. Ο Νεγρεπόντης γράφει σαν γνήσιος Αμερικανός συγγραφέας. Δηλαδή απλά, άμεσα και άφοβα. Γι αυτό κι ο αναγνώστης πραγματικά απολαμβάνει να τον διαβάζει. Κοντεύει εβδομήντα χρόνων πια, είναι όμως απ’ αυτούς που πρόκειται να πεθάνουν νέοι. Το βιβλίο του, που εγώ τώρα έχω στα χέρια μου, κλείνει ως εξής: «Τα bits ελέγχου του ψηφιακού μέλλοντος βρίσκονται περισσότερο από ποτέ στα χέρια των νέων ανθρώπων. Τίποτα δε με κάνει πιο ευτυχισμένο». 

Και λίγο πιο πριν εξηγεί γιατί το πείραμα που μόλις ολοκλήρωσαν οι άνθρωποί του, είναι τόσο σημαντικό: «Τα bits δεν είναι φαγώσιμα, επομένως δεν μπορούν να καταπολεμήσουν την πείνα. Οι υπολογιστές δεν είναι σε θέση να επιλύσουν πολύπλοκα προβλήματα, όπως το δικαίωμα στη ζωή και στον θάνατο. Αλλά ο ψηφιακός κόσμος προσφέρει μια νότα αισιοδοξίας»*. «Η αισιοδοξία μου πηγάζει από την ενδυναμωτική φύση του ψηφιακού κόσμου. […] Καθώς τα παιδιά θα έχουν στα χέρια τους ένα παγκόσμιο δίκτυο πληροφοριών […] πρόκειται να δημιουργηθούν νέες ελπίδες και ν’ αποκτήσουν αξιοπρέπεια περιοχές που πριν δεν είχαν καθόλου».**

Το εύρημα, μ’ άλλα λόγια, της ομάδας του Νεγρεπόντη, αφορά την παιδεία, ή αλλιώς τη γνώση. Μ’ αυτό τους το εγχείρημα, οι επιστήμονες του MIT απέδειξαν πως αν φτάσει ένας απλός ηλεκτρονικός υπολογιστής σε κάθε παιδί, σε κάθε γωνιά του κόσμου… θα είμαστε ένα βήμα πιο κοντά σ’ αυτό που επιθυμούν όλοι οι ευαισθητοποιημένοι πολίτες του πλανήτη, να εκλείψει κάποτε η αδικία σε βάρος του τρίτου κόσμου, βάσει της οποίας οι δυτικοί συντηρούμε αιώνες τώρα μια ολότελα ψευδή αίσθηση επάρκειας, που ησυχάζει τα κορμιά μας και παραλύει τις ψυχές μας. 

Το διαδίκτυο, κατά την άποψή μου, είναι το επίτευγμα των επιτευγμάτων, οπότε αν κάθε παιδί, ή έστω κάθε δέκα ή είκοσι ή πενήντα παιδιά, αποκτήσουν έναν συνδεδεμένο στο ίντερνετ υπολογιστή, θ’ ανοιχτεί μπροστά τους ένα παράθυρο στη γνώση ολόκληρης της ανθρωπότητας. Αυτή θα είναι η πλήρης αφύπνιση του τρίτου κόσμου κι ακόμα περισσότερο, αυτή θα είναι ίσως η πιο χρήσιμη αποζημίωση που θα μπορούσε να δοθεί.

Επίσης, κατά την άποψή μου, η φράση του Νεγρεπόντη «ν’ αποκτήσουν αξιοπρέπεια», αντιστοιχεί φαινομενικά μόνο στη χαμένη αξιοπρέπεια των παιδιών του τρίτου κόσμου. Επί της ουσίας, πρόκειται για ανάκτηση της δικής μας χαμένης αξιοπρέπειας, της δικής μας, των γονιών μας, των παππούδων μας και πιο πίσω ακόμα. Το ζήτημα άρα δεν είναι τεχνολογικό, είναι μάλλον φιλοσοφικό. Το ζήτημα είναι να σταματήσουμε να κληροδοτούμε τη συλλογική ενοχή από γενιά σε γενιά, εμείς οι σημερινοί προύχοντες του διαδικτύου.

Όσο για την προοπτική μάθησης άνευ διδασκάλου, με τη βοήθεια μόνο ηλεκτρονικών υπολογιστών, καλώς κάνουν οι επιστήμονες και ερευνούν το θέμα, εγώ όμως τώρα κοντά δεν προβλέπω να αλλάζω γνώμη: τον άξιο δάσκαλο δεν μπορεί να τον αντικαταστήσει κανείς και τίποτα! 

*   βλ. σελ. 234
** βλ. σελ. 236


πρέσβειρα του περιττού


Η εικονιζόμενη είναι η πολυγραφότατη Σαλονικιά λογοτέχνης, Κατερίνα Καριζώνη. Ομολογώ πως δεν έτυχε ως τώρα να διαβάσω έργα της, αφορμή γι αυτήν εδώ την ανάρτηση στάθηκε ένα δικό της άρθρο που δημοσιεύτηκε στην καλοκαιρινή έκδοση του free-press, culturenow mag (τευχ. 25, σελ. 38). Θέμα του κειμένου: «η λογοτεχνία ως διαχείριση του περιττού». Το διάβασα προ ολίγου και το βρήκα καλογραμμένο όσο και ενδιαφέρον.

Κι οφείλω να παρατηρήσω πως βρίσκω εξίσου ενδιαφέρουσα και την παρουσία της ίδιας. Έχω πλέον σχηματίσει μια πρώτη γνώμη για εκείνη, όχι μόνο λόγω του περιορισμένου δείγματος γραφής της, που έπεσε στα χέρια μου, αλλά γιατί την έψαξα κατόπιν στο δίχτυ και βρήκα άφθονες φωτογραφίες της. Σεργιάνισα επίσης και στο ιστολόγιό της. Πέρα λοιπόν από τα έντονα, οριεντάλ χαρακτηριστικά του προσώπου της, πρόσεξα πως η φλογερή αυτή γυναίκα, «χαζογιαγιά» πλέον, όπως δηλώνει η ίδια, διαθέτει και μία σαφή ενδυματολογική άποψη.

Όσες εμφανίσεις της εγώ είδα, συνδυάζουν το βαλκανικό φολκλόρ, την εγχώρια λαογραφία και το ανατολίτικο ναΐφ. Έχει δηλαδή μια εξωστρέφεια το ντύσιμό της, αλλά και το μακιγιάζ και τα αξεσουάρ της. Παρλάρουν όλα με άνεση γλώσσες από κουλτούρες φαινομενικά ξένες. Η ίδια είναι προφανές πως γίνεται ηθελημένα, δεκαετίες τώρα, ο καμβάς που πάνω του υφαίνεται μια σύζευξη πολιτισμών. Γι αυτό και η φιγούρα της μαντεύω πως θα γίνεται απ’ ευθείας οικεία σε οποιονδήποτε μεσογειακό.

Δε θα στεκόμουν τόσο στο παρουσιαστικό της συγγραφέως, αν αυτό δε μου έδινε την πλήρη εξήγηση για το άψογα δομημένο κείμενο που μ’ ευχαρίστησε πριν από λίγο. Ασφαλώς, το εν λόγω μικροσκοπικό δοκίμιο, προδίδει μια θεωρητική κατάρτιση που εκφεύγει της όποιας συγγραφικής δεξιότητας. Αυτή την επιβεβαίωση όμως τη βρήκα αμέσως μετά το κείμενο, στο σύντομο βιογραφικό της συντάκτριας που το ακολουθεί, στο οποίο και αναφέρεται πως η Κατερίνα Καριζώνη είναι οικονομολόγος, διδάκτορας του Αριστοτελείου.

Αλλού, διάβασα και ότι προηγουμένως υπήρξε απόφοιτος της Γερμανικής Σχολής. Είχα άλλωστε ήδη διακρίνει πως πρόκειται για πειθαρχημένο μυαλό, θετική κατεύθυνσης. Κοιτώντας τη βιβλιογραφία της ήταν που άρχισα να υποψιάζομαι τα υπόλοιπα. Στα θέματά της, εν μέσω πολλών άλλων, περιλαμβάνονται ευνούχοι, πειρατές, όνειρα, άγγελοι, παραμύθια, ο Καβάφης, το Αλγέρι.

Η φυσιογνωμία της άρα μου έλειπε μονάχα για να ολοκληρώσω στο μυαλό μου την εικόνα αυτής της δημιουργού. Και στην εξωτερική της εμφάνιση πια, μπόρεσα να κατανοήσω πως πράγματι, πρόκειται για κάποια που γνωρίζει εν τω βάθει την αισθητικότητα και κυρίως τη βαρύνουσα σημασία του περιττού. Οπωσδήποτε, χωρίς αυτή τη γνώση, δε θα ’ταν εφικτό να στηριχτεί απλώς στην ακαδημαϊκή παιδεία της για να μπορέσει ν’ αποδείξει σε λίγες μόλις παραγράφους πως «χωρίς το περιττό δε θα υπήρχε Ιστορία».   

Παίρνοντας, μ’ άλλα λόγια, την Κατερίνα Καριζώνη απόψε στο κατόπι, ξαναθυμήθηκα πως το πιο σημαντικό απ’ όλα, είναι η μοναδικότητα του καθενός από εμάς, τα έμφυτα στοιχεία μας όπως αυτά διαμορφώνονται απ’ την ίδια τη ζωή, το ποιοι εν τέλει είμαστε μέσα μας, πολύ πέρα από πτυχία, αξιώματα, λεφτά και ό,τι άλλο στα στερημένα μάτια, λάμπει σα χρυσάφι.



30.10.13

ΑΝΑΜΑ



Οκτώβρης πια και τ’ απογεύματα έχει ψύχρα στο νησί. Ήταν δηλαδή ώρα που κρύωνα, αλλά δε ζητούσα να ρίξω κάτι πάνω μου. Αν ήμουν στο δικό μου σπίτι, σίγουρα θα είχα βάλει ένα φούτερ. Tώρα όμως βρισκόμουν πλάι στον φίλο μου, στο δικό του, και δεν ήθελα να τον σηκώσω για να μου βρει κάτι ζεστό. Γέννημα θρέμμα νησιώτης αυτός και τώρα ήμασταν στο τεράστιο οίκημα που ’χε κληρονομήσει απ’ τον παππού του.
Καθόμασταν κι αγναντεύαμε τη θάλασσα, απ’ το ωραιότερο σημείο της χώρας. Κι είχαμε μαγευτεί απ’ τον ήλιο, που καθώς έδυε έβαφε το νερό χρυσό. Εγώ ζούσα εκεί πέρα μέσα στιγμές ευδαιμονίας, γιατί είχα αγαπήσει αυτό το κτίριο όσο και τον τελευταίο του ιδιοκτήτη. Καθόλου άδικα, μιας και τούτο το νεοκλασικό θαυμάζεται από ντόπιους και τουρίστες ως ένα απ’ τα ομορφότερα αρχοντικά στη συνοικία των παλιών καραβοκύρηδων.  
Οι δυο μας είχαμε αρχίσει να πίνουμε απ’ όταν έφτασα με το καράβι το πρωί απ’ την Αθήνα. Ήταν Σάββατο κι έτσι ξεκινήσαμε κάτω, στο ατελιέ. Με κάμποσες κρύες μεξικάνικες μπύρες, αργότερα όμως εμφανίστηκε μια μποτίλια «ανάμα», που είναι βέβαια το κρασί της θείας κοινωνίας. Κι έπειτα μια δεύτερη. Κι αν δεν κάνω λάθος και μια τρίτη. Κοινωνήσαμε για τα καλά το μεσημέρι!
Κάποτε ήρθε η ώρα το μαγαζί να κλείσει. Κλειδώσαμε και μεταφέραμε την αρχινισμένη μποτίλια πάνω. Φτιάξαμε κι έναν παραφουσκωμένο μπάφο, οπότε η δύση μας βρήκε αποκαμωμένους και μισοξαπλωμένους πια στον καναπέ, στο σπίτι του φίλου μου, πάνω ακριβώς απ’ το εργαστήρι του. Οι κουβέντες είχαν σταματήσει από ώρα.
Άλλους, με το «μαύρο» τους πιάνει λογοδιάρροια. Εμείς αντίθετα, αν τυχόν ανάβαμε τσιγαριλίκι σήμαινε κάθε φορά πως είχαμε πει όσα ήταν να ειπωθούν και μέχρι να το σβήσουμε πια, βασίλευε σιωπή. Βυθιζόμασταν σε περισυλλογή, αντί του να σαχλαμαρίζουμε ακατάσχετα. Μετά, πηγαίναμε για ύπνο. Χώρια φυσικά.
Έτσι και σήμερα. Αν δεν ακουμπούσαν οι αγκώνες μας, να μας θυμίζουν πως είχαμε συντροφιά, πιθανώς και να ’χαμε ξεχάσει ολότελα ο ένας την παρουσία του άλλου. Απορροφημένοι καθόμασταν, ο καθένας στις σκέψεις του κι οι δυο μαζί στη θέα και στη μουσική των Jethro-Tull που ακουγόταν καθώς στριφογυρνούσε στο πικ-απ ένα παλιό τους βινύλιο. Κάποια στιγμή, ο φίλος μου σήκωσε αργά το χέρι του κι έδειξε προς το ηλιοβασίλεμα.
«Αυτός εκεί είναι ο πρώτος φάρος ολόκληρης της Μεσογείου», είπε σέρνοντας τις λέξεις μία-μία. Το ’χει ξαναπεί αυτό αμέτρητες φορές. Γύρισα τότε και τον κοίταξα, αναζητώντας τα μάτια του. Κι είδα πως είχε φορέσει, ξαφνικά και άνευ λόγου, κάτι μαύρα γυαλιά, κλειστά ακόμα και στα πλάγια. Άγρια κι απαγορευτικά τόσο πολύ, που μάλλον θα ’καναν οποιονδήποτε να υποθέσει πως το βλέμμα αυτού που τα φορούσε έκρυβε κάποιο βαρύ μυστικό.
Το θέαμα μου φάνηκε πολύ αστείο κι άρχισα να γελάω. «Δε μου λες... αυτά, γιατί τα φόρεσες;», κατάφερα να πω ανάμεσα στα χαχανητά μου. Απάντηση φυσικά δεν πήρα. Ούτε και για το ζήτημα του φάρου όμως θα ’παιρνα καμιά σπουδαία απάντηση, αν άρχιζα τις ερωτήσεις.
Γιατί τυχαίνει να γνωρίζω εδώ και χρόνια πως η πληροφορία στην οποία επιμένει κάθε τόσο ο τύπος με τα σκούρα γυαλιά, είναι πέρα για πέρα λανθασμένη. Ο φάρος που τώρα δα σημάδεψε με τον δείκτη του για πολλοστή φορά, δεν είναι ο πρώτος που χτίστηκε στη Μεσόγειο. Ούτε καν ο πρώτος που χτίστηκε στην Ελλάδα δεν είναι. Ωστόσο, φροντίζω να μην αποκαλύπτω πως ξέρω για τη μπαρούφα του.
Αντί για οτιδήποτε άλλο, κάνω πάντοτε εξάσκηση στο σοφό «αγάπα τον πλησίον σου με τα ελαττώματά του». Συνήθως αλλάζω κουβέντα. Αυτή τη φορά έμεινα σιωπηλή, γελούσα όμως. Σταμάταγα για λίγο κι ύστερα άρχιζα πάλι να τραντάζομαι, σχεδόν αθόρυβα. Μέχρι που ο φίλος μου, φορώντας ακόμα τα αλλόκοτα γυαλιά του, αγανάκτησε. «Καλά, χαζό είσαι;», με επέπληξε.
Κι εγώ, βλέποντας δυο μαύρα τζάμια μ’ έναν περίκλειστο σκελετό ολόγυρά τους να προσπαθούν να με συνετίσουν μέσα στο ημίφως ενός καθιστικού, όσο κι αν προσπάθησα να κρατηθώ, στο τέλος ξεκαρδίστηκα. Έτσι κι αυτός σηκώθηκε κι άρχισε υποτίθεται να τακτοποιεί το ακατάστατο χαμηλό τραπέζι, πάνω στο οποίο βρισκόντουσαν ακουμπισμένα τα πόδια μας επί ώρες.
Βρήκα τότε ευκαιρία κι απλώθηκα στον καναπέ. Τον άκουσα να μουρμουράει κάτι καθώς έστριβε προς την κουζίνα, κρατώντας άδεια μπουκάλια και γεμάτα τασάκια, αλλά δεν κατάλαβα τι ακριβώς. Ούτε που μ' ένοιαξε ιδιαίτερα. Απλώς γέλασα λίγα λεπτά ακόμα με την ησυχία μου, κι έπειτα... είχε ξημερώσει Κυριακή.



"ΑΝΑΜΑ" - ένα μικρό απόσπασμα 
από την υπό έκδοση συλλογή διηγημάτων «ανοιξιάτικες ιστορίες»
© Σίσσυ Λοΐζου, 2013



Σημείωση: Η φωτογραφία της ανάρτησης, αν και ελαφρώς «πειραγμένη» χρωματικά, είναι δανεισμένη από το anama concept. Το συγκεκριμένο, εξαιρετικό αυτό κρασί είναι κυπραίικο, δημιούργημα του οινολόγου Λευτέρη Μοχιανάκη. Όσο για την ετικέτα της φιάλης, κάθε χρονιά είναι διαφορετική, την επιμελείται όμως πάντοτε η σχεδιάστρια κοσμημάτων, Χριστίνα Αποστόλου. Όποιος αγαπάει το ανάμα κι είχε την τύχη να γευτεί αυτή τη γεύση, πολύ δύσκολα θα την ξεχάσει. Το αρχαιότερο κρασί του κόσμου όμως, διατίθεται και από άλλους παραγωγούς, σε πολύ πιο προσιτές εκδόσεις, ακόμα και στα σούπερ-μάρκετ. Για να μπορεί να κοινωνήσει ο καθένας μ’ αυτό, αν το ’χει ανάγκη. 


μήπως μωρή πεινάει;


γενικώς, τα μωρά εγώ δεν τα πολυγουστάρω
κι αν το υπολογίζω σωστά, ούτε και πρόκειται.
αυτό εδώ όμως είναι απίθανη φατσούλα!
το μόνο ερώτημα είναι γιατί ενώ το μικρό κλαίει
τούτη ’δω συνεχίζει το τραγούδι μέχρι τέλους…
 

merci!



28.10.13

δεκαπέντε χρόνια την έψαχνα!

American Girl in Italy”
Φλωρεντία, 1951
φωτογράφος: Ruth Orkin
μοντέλο: Ninalee Craig

μικρόπολις


Νέοι άνθρωποι από τη Σαλονίκη μιλούν για σπουδαία πράγματα! 

Μιλούν για γόνιμο διάλογο, δράσεις κόντρα στο δύσοσμο σύστημα, αλληλεγγύη, διαφορετικότητα, αυτοδιαχείριση, εναλλακτική κοινωνική οργάνωση, εφαρμοσμένη δικαιοσύνη, αλληλοβοήθεια, αυτονομία, αντι-ιεραρχία, αντι- εξουσία, ασταμάτητους πειραματισμούς.

Μιλούν άφοβα για αποτυχίες που δεν αποθαρρύνουν αλλά αντίθετα γίνονται εφαλτήρια για νέες προσπάθειες.

Μιλούν σε πρώτο πρόσωπο, καθώς επιχειρούν μια μορφή άμεσης Δημοκρατίας, πρεσβεύοντας εν τέλει το απόλυτο μέγεθος, την ίδια την Ελευθερία.

Ανήκουν άρα στο είδος εκείνο των πολιτικών όντων που θα έκαναν περήφανους τους αρχαίους δασκάλους μας. Είναι δηλαδή μερικές απ' τις -ευτυχώς πολλές!- φωτεινές εξαιρέσεις του γενικότερου νεοελληνικού κανόνα: της άπραγης απαξίωσης, της άκριτης τηλεθέασης και της χαύνωσης, που μαστίζουν σήμερα την πατρίδα περισσότερο απ’ οτιδήποτε άλλο.

Στο βίντεο που ακολουθεί, ένας από τους πολίτες της μικρόπολις, λέει: "εδώ πέρα δημιουργούμε κάτι, το οποίο δεν έχουμε ξανακάνει, δοκιμάζουμε πράγματα, αποτυγχάνουμε, κάνουμε διορθωτικές κινήσεις, κάνουμε καινούργια, ξαναπροχωράμε...".

Επαινώ! Αυτή είναι η συνταγή της επιτυχίας, παίδες. 


Κοινωνικός Χώρος για την Ελευθερία
Βενιζέλου & Βασ. Ηρακλείου 18
546 24 Θεσσαλονίκη   
e-mail: info@mikropolis.gr

λατρεμένη Ελλάδα!


η κοπελιά της φωτογραφίας
ομόρφυνε τη φετινή παρέλαση
στην Ερμούπολη

με τη χάρη, τη φρεσκάδα,
τη λαχτάρα, την ευαισθησία,
τη συστολή της ηλικίας της

καμαρώνοντάς την γέμισα αισιοδοξία,
σκέφτηκα τα λόγια του ποιητή:
"εις τη γη τη μητρική σου έτρεφ' άνθια και καρπούς"


27.10.13

μέχρι να παντρευτώ θα γιάνει!


σημείωση: οι κ.κ. ανεπιθύμητοι (ξέρουν αυτοί ποιοι είναι!) 
μη σπεύσουν να επικοινωνήσουν, 
είμαι μια χαρά, όλα είναι υπό έλεγχο
και κυρίως δεν έχασα στιγμή την επιδεξιότητά μου 
να διαολοστέλνω κατά περίπτωση.

μερσί. 

nature itself is weird!


© jimpleton.com

στον ντόκο



απ' όλους τους γελοίους ο πιο γελοίος!


14.10.13

ήταν άτυχα, δεν τα σκότωσαν.























Ο Καναδός φωτογράφος και κινηματογραφιστής, Gaston Lacombe, θέλοντας να ευαισθητοποιήσει την κοινή γνώμη για τη χυδαία πρακτική της αιχμαλωσίας ζώων υποτίθεται για λόγους εκπαιδευτικούς και ψυχαγωγικούς, τράβηξε μια σειρά από φωτογραφίες, μερικές εκ των οποίων μόλις είδατε. Οι λήψεις πάρθηκαν στην πατρίδα του και στη Βόρειο Αμερική, που θεωρούνται βεβαίως πολιτισμένα κράτη, αλλά και σε εννέα ακόμα χώρες και στις πέντε ηπείρους.

Παντού φυσικά, αποτύπωσε το ίδιο ακριβώς: σπαρακτικές εκφράσεις! Τα λένε όλα τα αριστουργηματικά αυτά τεκμήρια, οπότε εγώ τι να πω; Μόνο το ότι οι επιχειρήσεις του είδους ευημερούν εξαιτίας όσων πληρώνουν το αντίτιμο για να απολαύσουν την οδύνη αθώων πλασμάτων. Πελάτες τους είμαστε εμείς ακριβώς που αισθανόμαστε πολύ περήφανοι επειδή γεννηθήκαμε άνθρωποι, δηλαδή ανώτεροι, εξουσιοδοτημένοι αφ’ εαυτών να βασανίζουμε και να θανατώνουμε κατά βούληση οτιδήποτε αναπνέει επί γης.